σκληρόλυση

σκληρόλυση
η, Ν
ιατρ. καταστροφή τού ινώδους συνδετικού ιστού με ορισμένες ουσίες και θεραπευτικές μεθόδους, λ.χ. με ιοντισμό, για τη θεραπεία αγκυλώσεων και περιαρθρικών σκληρύνσεων.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”